Ο Πόντιος πάππος μου Νικόλας και ο Θρακιώτης πάππος μου Δημητρός. Η Πόντια γιαγιά μου Ευδοκία και η Θρακιώτισσα γιαγιά μου Ευαγγελία. Πρωτοχρονιά και την περνάμε μαζί. Έστω και με φωτογραφίες.
Ο Πόντιος Νικόλας είδε την πατρίδα του να αλλάζει. Γυρίσανε τα πράγματα, ήρθανε μέρες άσχημες. Ξεσήκωσαν ολόκληρα χωριά, πήρανε χάνια και νερόμυλους, περνούσανε αρματωμένοι οι λύκοι απ` τ` Ασαρτζούχ της Νικοπόλεως, με δόντια ακονισμένα. Τον Ιούνη, στις 25, αφήσανε το προγονικό Καστέλλο. Με τα ποδάρια φτάσανε στην Κερασούντα να περιμένουνε παπόρι. Δεκαπενταύγουστο φτάσανε στη Σαλονίκη με το «Αρχιπέλαγος». Ήτανε 1924.
Ο Θρακιώτης Δημητρός είδε το πρώτο φως λίγα μέτρα από το ποτάμι του Έβρου, στους Πετράδες Διδυμοτείχου. Εκεί ρίζωσαν οι πρόγονοί του, μάστορες της πέτρας, φερμένοι στα 1700 από τη Βόρεια Ήπειρο. Μικρός ακόμα γνώρισε τους Βούλγαρους που διώξανε τους Τούρκους και πήρανε τη Θράκη. Φύγανε οι Βούλγαροι και ήρθανε οι Γάλλοι, με στρατιώτες μαύρους, Αφρικανούς, στήσανε το στρατόπεδο δίπλα στα σπίτια τους. Μετά απ` αυτούς οι Έλληνες. Περνούσανε οι Εύζωνοι την παλιά γέφυρα του Έβρου, κάτω απ` το χωριό, μπαίνανε για να πάρουνε όλη την Ανατολική Θράκη. Κι ύστερα πάλι γυρίσανε με τα τουφέκια κρεμασμένα στους ώμους. Και από πίσω ουρές ατέλειωτες οι πρόσφυγες που αφήναν τις πατρίδες τους.
Ο Πόντιος Νικόλας έστησε νέο σπιτικό και οικογένεια στο Σκοπό και στον Αμυγδαλεώνα Καβάλας. Τους έταξαν ξεπλήρωμα για τις περιουσίες που άφησαν πίσω στην πατρίδα. Και πέρασαν έξι χρόνια για να τους δώσουν τελικά δεκαπέντε στρέμματα χωράφια. Χτίσανε σπίτια μόνοι τους. Πέτρα πάνω στην πέτρα, με ξεραντέρ` και παχτσέ, μ` αχούρι και στάβλο για τα χτήνια, το κάρο, τα άλογα και τα καπνά.
Ο Θρακιώτης Δημητρός είδε να τους νικούν οι Γερμανοί και πέσανε τα οχυρά. Γυρίσαν όλοι στα χωριά τους, με τα κεφάλια κάτω. Δεν πέρασε ένας μήνας, Μάης του 1941 ήτανε, βγήκανε δεκαπέντε φίλοι και συγγενείς στο αντάρτικο. Η πρώτη ένοπλη ομάδα στο κλαρί. Αρχηγός ο κουνιάδος του, αδερφός της γιαγιάς μου Ευαγγελίας. Τον πιάσανε μετά οι Γερμανοί και τον εκτέλεσαν και έγινε αρχηγός ο άλλος αδερφός, ο υπίλαρχος. Αυτόν τον σκότωσαν οι ίδιοι οι σύντροφοί του στον ΕΛΑΣ, γιατί ήθελε να κάνουν αντάρτικο ενιαίο.
Ο παππούς ο Δημητρός πολέμησε μέχρι να λευτερώσουνε όλον τον Έβρο από τους Γερμανούς, πρώτη περιοχή σε όλη την Ελλάδα. Μέχρι τότε τους γκρέμισαν και τους έκαψαν τα σπίτια και το βιός τους. Η γιαγιά, με μωρά παιδιά, πρώτα στη φυλακή του Διδυμοτείχου από τους Γερμανούς και μετά στη φυλακή της Αλεξανδρούπολης από τους Έλληνες, γιατί ήταν γυναίκα κι αδερφή κομμουνιστών.
Ο Πόντιος Νικόλας είδε να έρχονται οι Βούλγαροι στα χωριά τους στην Καβάλα και να τα παίρνουν όλα. Ζώα, σπίτια, σχολεία, εκκλησιές. Τους άλλαξαν τα ονόματα, ν` ακούγονται βουλγάρικα, τους έδωσαν νέα χαρτιά, στη σλάβικη τη γλώσσα. Μέχρι που βγήκανε κι εκεί αντάρτες στα βουνά. Πόντιοι με τον Αντών-τσαούς από τη μια μεριά, μοιρασμένοι με τον ΕΛΑΣ απέναντι προς το Παγγαίο. Κι ύστερα ο εμφύλιος και να μοιράζονται αδέρφια και ξαδέρφια, να μισιούνται φίλοι και κουμπάροι, να σφάζονται όμαιμοι πατριώτες, σα νάτανε οι πιο φρικτοί εχθροί.
Ο Θρακιώτης Δημητρός έμεινε πιστός στις ιδέες του για πατρίδα και «αριστερά», πρόεδρος στο ανταρτοχώρι του Έβρου, με στρατό και χωροφυλακή πάνω απ` το κεφάλι τους.
Ο Πόντιος Νικόλας έμεινε πιστός στις ιδέες του για πατρίδα και «δεξιά», μπήκε ο γιός του στη Χωροφυλακή και τον έστειλαν να υπηρετήσει στο ανταρτοχώρι του Έβρου.
Ο Θρακιώτης Δημητρός και ο Πόντιος Νικόλας, έβαλαν πάνω από «δεξιά» κι «αριστερά» την πατρίδα και τα παιδιά τους. Βρήκαν ευκαιρία και τα παντρέψανε στους λίγες μήνες που καταργήθηκε το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, επί Γεωργίου Παπανδρέου.
Έτσι ο Πόντιος χωροφύλακας πήρε τη Θρακιώτισσα κόρη του κομμουνιστή Προέδρου.
Και η ζωή συνεχίστηκε. Με χωράφια λειψά, με βασιλιά και Παπανδρέου, με τα άλλα παιδιά στην ξενιτιά, Γερμανία κι Αμερική, με χούντα και Καραμανλή, με Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ, με σίχαμα για την πολιτική και για τους δυό, τον Πόντιο Νικόλα και το Θρακιώτη Δημητρό, μέχρι τη μέρα που πεθάνανε και ησύχασαν.
Μόνο η Πόντια Ευδοκία και η Θρακιώτισσα Ευαγγελία έμειναν μέχρι το τέλος αγύριστα κεφάλια. Με το Βασιλιά η μία και με το ΚΚΕ η άλλη. Φύγανε κι αυτές και μείναμε να τις θυμόμαστε και να χαμογελάμε.
Και τώρα τι;
Τι να μας πουν όλους εμάς που έχουμε αυτές τις θύμησες, αυτές τις εμπειρίες, αυτά τα γονίδια, οι κάθε είδους «νεοδεξιοί» και «νεοαριστεροί» του 2014;
Πώς μπορούν να μας «τρομάξουν» οι κάθε λογής «Στουρνάρες», «Σαμαράδες», «Βενιζέλοι» και απάτριδες τραπεζίτες;
Ξέρουν αυτοί τι πέρασαν οι δικοί μας;
Πόσους καταπιεστές, ντόπιους και ξένους, πολέμησαν και κατάφεραν να επιβιώσουν;
Ξέρουν τι πάει να πει ότι «το άδικο το ζούμε από την κούνια μας»;
Εμείς την άκρη της ζωής, πάλι θα τη βρούμε.
Αρκεί να πληθύνουμε αυτοί που δεν ξεχνάμε και δεν παραμυθιαζόμαστε.
Έτσι θα βγούνε πάλι χαμένοι αυτοί οι διαχρονικοί κερατάδες.
Καλή χρονιά σε όλους σας. Μην ξεχνάτε ότι η ζωή πάντα κάνει κύκλους…
ΥΓ: Για πρώτη φορά «ανεβάζω» φωτογραφία από το θρακιώτικο σόι μου. Ο πάππος μου ο Δημητρός και η γιαγιά μου Ευαγγελία, το 1935.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου