Βλέπεις να γίνονται «πολιτιστικές» εκδηλώσεις, να τρέχουν για να συμμετάσχουν και να βοηθήσουν ανύποπτα παιδιά από συλλόγους, να εκφράζονται συγχαρητήρια από απλό κόσμο και τελικά να ανακαλύπτεις ότι από πίσω υπάρχει χρηματοδότηση από «πρόγραμμα», από Δήμο, από Νομαρχία, από Περιφέρεια, από Υπουργείο κλπ. Χρηματοδότηση που πηγαίνει στην τσέπη ενός, δύο, τριών ανθρώπων.
Ακούς για συνεστιάσεις, πανηγύρια και χορούς, τρέχεις κι εσύ να διασκεδάσεις με τους φίλους, τους πατριώτες, τους συγγενείς, τους συγχωριανούς σου και τελικά πάλι κάποιοι «διοργανωτές» είναι αυτοί που επωφελούνται ατομικά.
Σε καλούν από κάποιο σύλλογο να κάνεις μια ομιλία ιστορικού περιεχομένου και σε ρωτούν ποιες είναι οι προσωπικές σου απαιτήσεις. «Δηλαδή»; Και σου απαντούν ότι οι περισσότεροι, πέρα από τα έξοδα μετακίνησης και διαμονής, ζητάνε και αμοιβή για τον εαυτό τους.
Σε ρωτούν για το χωριό τους, για την οικογένειά τους, τους δίνεις ευχαρίστως και άδολα πληροφορίες κι αυτοί μετά το «παίζουν» ξύπνιοι παντογνώστες στον περίγυρο ή στους συλλόγους τους, χωρίς να σου έχουν πει ούτε ένα απλό «ευχαριστώ».
Σου λένε ότι έχουν φίλους και ξέρουν τα χωριά και κάνουν μουχαπέτια και γνωρίζουν κρυπτοχριστιανούς. Κι όταν ρωτάς λεπτομέρειες δε θυμούνται τα ονόματα ούτε τα χωριά. Κι ας ξέρεις εσύ ότι αυτά που λένε είναι φούμαρα, φαντασιώσεις και τερατολογίες.
Άλλοι «σπουδάζουν» λύρα, τραγούδι και χορό, παίζουν σαν βιρτουόζοι όλα του Γώγου και χορεύουν τα «παμποντιακά» καλύτερα κι από μπαλέτο του Μεταξόπουλου. Κι αν τους ρωτήσεις από ποιο χωριό ήταν ο παππούς τους, δεν ξέρουν. Σε ποια περιοχή ανήκει το χωριό τους, δεν ξέρουν. Τους χορούς που χορεύουν, τους σκοπούς που παίζουν και τα τραγούδια που λένε, δεν τα χόρευαν, δεν τα έπαιζαν, δεν τα έλεγαν οι πάπποι και οι λυκοπάπποι τους.
Όλοι είχαν παππού πλούσιο, με μεγάλη περιουσία και οπωσδήποτε αντάρτη στα βουνά. Αν τους μετρήσεις έναν έναν όλους αυτούς που λένε ότι είχαν παππού στο αντάρτικο, θα μαζευτούν μισό εκατομμύριο αντάρτες. Δε θα ελευθέρωναν μόνο τον Πόντο, αλλά θα έπαιρναν και την Άγκυρα, την Κόκκινη Μηλιά, ακόμα και την Τεχεράνη. Μπορεί και μέχρι το Πεκίνο να έφταναν.
Διαβάζεις προγράμματα ταξιδιών στον Πόντο και βλέπεις να έχουν κλέψει ασύστολα και να γράφουν όσα εσύ έχεις ερευνήσει και γράψει στο διαδίκτυο.
Να διαφημίζουν επίσκεψη στη Νικόπολη πχ και το πρόγραμμα να λέει εκκίνηση από Σεβάστεια και ύπνο στην Τραπεζούντα. Δηλαδή το πολύ μισή ώρα στο κέντρο μόνο της Νικόπολης κι αυτό με το ζόρι.
Να μη σου λένε ότι θα σε αφήσουν μόνο σου να βρεις μέσο και να ψάξεις για το χωριό σου.
Να γράφουν για επισκέψεις σε χωριά που ΔΕΝ υπάρχουν. Απλά έχουν αντιγράψει όσα εσύ έχεις γράψει για παμπάλαια χωριά που εγκαταλείφτηκαν και εξαφανίστηκαν δύο και τρεις αιώνες πριν.
Άλλοι εμφανίζονται ως «ξεναγοί» και έχουν πάει μόνο μια φορά στη ζωή τους στην περιοχή κι αυτή με ντολμούς για δύο ώρες από την Κερασούντα. Και είναι οι ίδιοι που ζητούσαν από σένα να μάθουν για το χωριό και το σόι τους.
Να διαφημίζουν επίσκεψη στη Νικόπολη πχ και το πρόγραμμα να λέει εκκίνηση από Σεβάστεια και ύπνο στην Τραπεζούντα. Δηλαδή το πολύ μισή ώρα στο κέντρο μόνο της Νικόπολης κι αυτό με το ζόρι.
Να μη σου λένε ότι θα σε αφήσουν μόνο σου να βρεις μέσο και να ψάξεις για το χωριό σου.
Να γράφουν για επισκέψεις σε χωριά που ΔΕΝ υπάρχουν. Απλά έχουν αντιγράψει όσα εσύ έχεις γράψει για παμπάλαια χωριά που εγκαταλείφτηκαν και εξαφανίστηκαν δύο και τρεις αιώνες πριν.
Άλλοι εμφανίζονται ως «ξεναγοί» και έχουν πάει μόνο μια φορά στη ζωή τους στην περιοχή κι αυτή με ντολμούς για δύο ώρες από την Κερασούντα. Και είναι οι ίδιοι που ζητούσαν από σένα να μάθουν για το χωριό και το σόι τους.
Έχεις κι αυτούς που πηγαίνουν ΕΚΔΡΟΜΗ στην Τραπεζούντα, στη βίλα που κατούρησε ο Κεμάλ, στα χωριά που μιλάνε ρωμαίικα αλλά ψηφίζουν Γκρίζους Λύκους, στο Ουζουνγκιόλ μαζί με τους Σαουδάραβες, στην Αμισό, στη Σινώπη, στην Παναγία Σουμελά, αλλά δεν έχουν πάει ποτέ στο χωριό που είναι θαμμένα τα οστούδια γενεών αμέτρητων προγόνων τους.
Κι εσύ βγάζεις τα μάτια σου να βρεις χαμένα αρχεία, προσπαθείς να διαβάσεις κιτάπια στην αραβική γραφή, παλεύεις να ανακαλύψεις και να σώσεις ό,τι ακόμα προλαβαίνεις για την ιστορία της πατρίδας σου, προσπαθείς να είσαι ευγενικός και καλόβολος με όλους και να δίνεις όποια πληροφορία και βοήθεια σου ζητούν.
Δεν παίζεις λύρα, δεν τραγουδάς καλά, δε χορεύεις τέλεια, ο πάππος σου δεν ήταν πλούσιος ΟΥΤΕ αντάρτης στο βουνό, ο προππάπος σου ένας απλός δάσκαλος σ` ένα χωριό στη μέση του πουθενά και ποτέ βέβαια δεν είχανε μεγάλη περιουσία.
Το μόνο που ξέρεις είναι η ιστορία που σπούδασες και να οδηγάς στα βουνά και τα λαγκάδια του Πόντου, με το αριστερό χέρι στο τιμόνι και με το δεξί να κρατάς την κάμερα για να καταγράφεις.
Ακούς τους πάντες και διαβάζεις τα πάντα, αλλά μετά τα μελετάς, τα διασταυρώνεις και δεν τα πετάς χύμα στο ίντερνετ,. Δηλαδή δε νίπτεις τας χείρας σου και μετά το παίζεις «ερευνητής» και «μάγκας».
Ό,τι καινούργιο σου πουν ή διαβάσεις ή ανακαλύψεις, δεν το παίρνεις αψήφιστα ούτε το θεωρείς δεδομένο και σωστό, αλλά αμέσως στο μυαλό σου έρχονται αυτόματα οι ερωτήσεις: «Ποιος;», «τι;», «που;», «πότε;», «πως;» και κυρίως «γιατί;».
Δεν παίζεις λύρα, δεν τραγουδάς καλά, δε χορεύεις τέλεια, ο πάππος σου δεν ήταν πλούσιος ΟΥΤΕ αντάρτης στο βουνό, ο προππάπος σου ένας απλός δάσκαλος σ` ένα χωριό στη μέση του πουθενά και ποτέ βέβαια δεν είχανε μεγάλη περιουσία.
Το μόνο που ξέρεις είναι η ιστορία που σπούδασες και να οδηγάς στα βουνά και τα λαγκάδια του Πόντου, με το αριστερό χέρι στο τιμόνι και με το δεξί να κρατάς την κάμερα για να καταγράφεις.
Ακούς τους πάντες και διαβάζεις τα πάντα, αλλά μετά τα μελετάς, τα διασταυρώνεις και δεν τα πετάς χύμα στο ίντερνετ,. Δηλαδή δε νίπτεις τας χείρας σου και μετά το παίζεις «ερευνητής» και «μάγκας».
Ό,τι καινούργιο σου πουν ή διαβάσεις ή ανακαλύψεις, δεν το παίρνεις αψήφιστα ούτε το θεωρείς δεδομένο και σωστό, αλλά αμέσως στο μυαλό σου έρχονται αυτόματα οι ερωτήσεις: «Ποιος;», «τι;», «που;», «πότε;», «πως;» και κυρίως «γιατί;».
Και τελικά χάνεσαι μέσα στο τσουνάμι των χορών, των συνεστιάσεων, των εκδόσεων, των «καλλιτεχνών», των «ξεναγών», των «ερευνητών», του κάθε παντογνώστη που δεν το δηλώνει, αλλά το επάγγελμά του είναι «Πόντιος».
Και είσαι έτοιμος να πεις «άι σιχτίρ, νεραξίες».
Αλλά τελικά, για μια ακόμη φορά, λες «πατ` απάν» και συνεχίζεις στο «Γαράσαρη express».
Για την πάρτη σου, για τους προγόνους σου, για την ιστορία της ράτσας σου.
Μέχρι την επόμενη φορά, την επόμενη μέρα, την επόμενη ώρα, που πάλι θα χολικιαστείς…
Για την πάρτη σου, για τους προγόνους σου, για την ιστορία της ράτσας σου.
Μέχρι την επόμενη φορά, την επόμενη μέρα, την επόμενη ώρα, που πάλι θα χολικιαστείς…
Νίκος Πετρίδης
(απλός Πόντιος Νικοπολίτης, χωρίς πάππο αντάρτη)
(απλός Πόντιος Νικοπολίτης, χωρίς πάππο αντάρτη)
Για τους "πλούσιους προγόνους" έχω να πω ότι οι περισσότεροι σήμερα δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι αυτές οι κοινωνίες ήταν κυκλικές με πρώτη μέριμνα να ζήσουν και δεύτερη να ζήσουν ως Ρωμιοί, κανείς δεν εξείχε και ας είχαν άλλοι περισσότερα και άλλοι λιγότερα αλλά και κανείς δεν περίσσευε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια τον “παππού αντάρτη στο βουνό” , για την επιθυμία μας να έχουμε έναν τέτοιο παππού, φταίει ξεκάθαρα ο τρόπος διδασκαλίας της ιστορίας στα σχολεία που μας γεμίζει με complexes και μοιραία μετά ψάχνουμε για τον Πόντιο Κολοκοτρώνη.
Παρακαλώ πολύ, μη σπαμάρετε και μην τρολλάρετε στο ιστολόγιό μας. Την οποιαδήποτε άποψή σας μπορείτε να τη γράψετε εδώ, χωρίς παραπομπές σε άλλα ιστολόγια.
ΑπάντησηΔιαγραφή