Ένα
ντοκουμέντο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουμε σήμερα. Πρόκειται για τον
Κανονισμό της ενορίας Παναγίας, της Κοινότητας Κοτυλίων Κερασούντος.
Τα Κοτύλια
ήταν μία ακμάζουσα ελληνική κοινότητα, μέχρι την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου
Πολέμου, όταν άρχισαν οι πρώτοι διωγμοί και τα εγκλήματα τοπικών συμμοριών,
αλλά και των εκτοπισμών που ακολούθησαν.
Σήμερα τα Κοτύλια ανήκουν στην επαρχία
Ντέρελι του νομού Κερασούντας και βρίσκονται σε υψόμετρο περίπου 1.000 μέτρων,
λίγο ανατολικότερα από τον κεντρικό δρόμο που συνδέει την Κερασούντα με τη
Νικόπολη.
Κοντά ήταν κι άλλα ονομαστά ελληνικά χωριά, όπως το Τσάλ, η Αγιαμή,
το Χατουπλού, το Αρπά-τσουχουρ, ενώ απέναντί του στα δυτικά, βρίσκεται η συστάδα
των ελληνικών χωριών που αποτελούσαν την περιοχή Γουρούχ, δηλαδή την
εκκλησιαστική επαρχία Κιρικίου, της Μητρόπολης Κολωνίας και Νικοπόλεως.
Αν και
έχει γραφτεί από αρκετούς συγγραφείς και ερευνητές (ακόμα και της πρώτης γενιάς
προσφύγων), ότι τα Κοτύλια δημιουργήθηκαν από Ρωμιούς μετανάστες της περιοχής
Αργυρούπολης του 18ου και του 19ου αιώνα, εντούτοις εμείς το εντοπίζουμε σε
επίσημο φορολογικό κατάλογο του 1515, με το ίδιο
αρχαιοελληνικό όνομα Κοτύλια (δηλαδή τα «κοιλώματα», όπως ακριβώς είναι η
εδαφική διαμόρφωση της περιοχής και των υψωμάτων στα οποία απλώνονται ακόμα και
σήμερα τα Κοτύλια).
Ο Κανονισμός κάθε κοινότητας ή ενορίας, ήταν ένα
σημαντικό «εργαλείο» που ρύθμιζε την ομαλή λειτουργία της. Ειδικά μετά τις μεταρρυθμίσεις
του 1838 (Hatt-ı Şerif) και κυρίως του 1856 (Hatt-ı Hümayun), δηλαδή την
επίσημη εγγύηση της Πύλης για διασφάλιση των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου
επί των εκπαιδευτικών και εκκλησιαστικών ζητημάτων του
έθνους των Ελληνορθοδόξων – Ρωμιών (millet-i Rûm), αυτοί οι κατά τόπους
Κανονισμοί ρύθμιζαν όλα τα θέματα που αφορούσαν τις εσωτερικές υποθέσεις που
είχαν εκχωρηθεί στην Εκκλησία. Δηλαδή θέματα Εκπαίδευσης, Πίστης και Οικογενειακού
Δικαίου.
Σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία οι Κανονισμοί ήταν
σχεδόν παρόμοιοι, με κάποιες ειδικές προσθήκες, αφαιρέσεις ή διαφοροποιήσεις,
που οφείλονταν σε τοπικές ιδιαιτερότητες κάποιων κοινοτήτων.
Στον Κανονισμό των Κοτυλίων βρίσκουμε πολύ ενδιαφέροντα
στοιχεία, που ξεδιπλώνουν μπροστά μας πτυχές της καθημερινότητας και του τρόπου
ρύθμισης της λειτουργίας της τοπικής κοινωνίας. Για αρκετά από αυτά που
περιλαμβάνονται στον Κανονισμό, θα πρέπει εξαρχής να δώσουμε κάποιες πληροφορίες,
ώστε να γίνουν καλύτερα κατανοητά από τον αναγνώστη.
Σε κάθε Μητρόπολη του Οικουμενικού Θρόνου, επικεφαλής και
ανώτατος ρυθμιστής των ζητημάτων που αφορούσαν τους Ρωμιούς, ήταν ο οικείος
Μητροπολίτης. Εάν είχαν οριστεί και Έξαρχοι σε κάποιες περιοχές της Μητροπόλεώς
του, μπορούσε να μεταβιβάσει σ` αυτούς την αρμοδιότητα, αλλά πάντα
λειτουργούσαν ως αντιπρόσωποί του και ο τελευταίος λόγος ανήκε στον ίδιο.
Σε κάθε κοινότητα επικεφαλής ήταν ο Μουχτάρης (ο Μικτήρης
όπως τον αναφέρει ο συγκεκριμένος Κανονισμός), δηλαδή ο Πρόεδρος. Εκλεγόταν σε
συνέλευση όλων των κατοίκων διά βοής και το ίδιο γινόταν και για τους συμβούλους
(τους αζάδες) που τον βοηθούσαν στο έργο του. Στην υπηρεσία του Προέδρου και
των αζάδων, ήταν και ένας κιζήρης, ένας σημερινός κλητήρας θα μπορούσαμε να
πούμε.
Ο Πρόεδρος και οι αζάδες ήταν σχεδόν κατά κανόνα από τις ευπορότερες και
σεβαστές οικογένειες κάθε χωριού. Για τις υπηρεσίες που προσέφεραν κατά τη
διάρκεια της θητείας τους (εκλογή γινόταν κάθε ένα ή δύο χρόνια) δεν είχαν
αμοιβή.
Οι υποχρεώσεις τους ήταν να εκπροσωπούν την κρατική διοίκηση στην
κοινότητα, σχεδόν αποκλειστικά για ζητήματα που αφορούν τη φορολογία. Δηλαδή
κατένειμαν στις οικογένειες τους φόρους που έβαζε το κράτος ανά κοινότητα ή
διατηρούσαν τα απαραίτητα στοιχεία για τους φόρους που αφορούσαν την ιδιοκτησία,
την παραγωγή κλπ.
Αργότερα ήταν υπεύθυνοι ακόμα και για τους καταλόγους των
υπόχρεων προς στράτευση νέων.
Οι ίδιοι ήταν υποχρεωμένοι να συλλέγουν τους φόρους
από το χωριό και να τους αποδίδουν στους εντεταλμένους υπαλλήλους κατά τις τακτικές
περιοδείες τους.
Για τα ζητήματα των εκκλησιών, των σχολείων και του
οικογενειακού δικαίου, όπως προείπαμε, ανώτατη αρχή ήταν ο τοπικός Μητροπολίτης
και, όπου υπήρχαν, οι Έξαρχοι ως αντιπρόσωποί του.
Σε κάθε κοινότητα υπήρχαν και άλλες δύο τοπικές «αρχές»,
οι Εφορείες και οι Επιτροπές. Στα Κοτύλια τις συναντάμε με τον όρο «εφοροεπιτροπή».
Συνήθως στις κοινότητες είχαν από δύο ή τρία μέλη, που επίσης εκλέγονταν από τη
γενική συνέλευση των κατοίκων.
Οι Έφοροι είχαν ως αρμοδιότητα τα σχολεία, την
εκπαίδευση και οι Επίτροποι τις εκκλησίες. Όλοι μαζί φρόντιζαν για την εύρυθμη
λειτουργία τους, αλλά και για την πιστή τήρηση των επιταγών του οικογενειακού
δικαίου.
Όσα έσοδα είχαν οι εκκλησίες από περιφορά δίσκου, από
αφιερώματα, από πώληση κεριών, από δωρεές, από τέλεση μυστηρίων (γάμους,
βαφτίσεις, κηδείες), πήγαιναν στο κοινοτικό ταμείο για τις ανάγκες των ναών και
των σχολείων, αλλά και για βοήθεια σε όσες οικογένειες της κοινότητας είχαν
ανάγκη.
Οι ιερείς δεν έπαιρναν μισθό, αλλά ζούσαν από τις προσφορές των πιστών,
όταν τελούσαν διάφορες προσωπικές λειτουργίες, ευχέλαια, τρισάγια, μνημόσυνα
και σε επιπλέον προαιρετική προσωπική αμοιβή εκ μέρους των πιστών σε
περιπτώσεις γάμων και βαπτίσεων.
Οι δάσκαλοι επιλέγονταν και μισθοδοτούνταν
κανονικά από το κοινοτικό ταμείο.
Ένα άλλο ζήτημα που μπορεί να προκαλέσει απορίες στον
αναγνώστη, είναι τα λεγόμενα «εισιτήρια». Με τον όρο αυτό εννοούσαν το ποσό που
έπρεπε να πληρώσουν ετησίως οι γονείς που έστελναν τα παιδιά τους στο σχολείο.
Συνήθως υπήρχε αύξηση του ποσού όσο «ανέβαινε» τις τάξεις το παιδί, αλλά στα
κοινοτικά σχολεία που ήταν μονοτάξια ή διτάξια το ποσόν ήταν ίδιο.
Το
ενδιαφέρον στον Κανονισμό των Κοτυλίων, είναι ότι προβλέπεται ρητά η μη πληρωμή
«εισιτηρίων» - διδάκτρων για τα παιδιά ενδεών οικονομικά οικογενειών, αλλά και
για όλα τα κορίτσια. Προφανώς ήταν ένα μέτρο για να προσελκύσουν κορίτσια στο
σχολείο, αφού συνήθως οι γονείς έμεναν ικανοποιημένοι με τη μόρφωση μόνο των
αγοριών.
Τρίτο σημείο είναι ο όρος που απαγορεύει σε ιερέα να
παντρέψει ζευγάρι χωρίς να έχει προηγηθεί συνοικέσιο. Ταυτόχρονα βέβαια
επιβάλλει στον ιερέα να ρωτήσει τους νεόνυμφους αν αγαπιούνται. Αν ένας εκ των
δύο απαντήσει αρνητικά, τότε δεν προχωράει στο μυστήριο.
Το συνοικέσιο ήταν μια σχεδόν υποχρεωτική διαδικασία. Όχι
ότι δεν υπήρχε έρωτας, αλλά ο νεαρός που είχε επιλέξει την αγαπημένη του και
προφανώς είχε δει θετικά σημάδια και εκ μέρους της, πρώτα ενημέρωνε (μέσω άλλου
συγγενούς γυναικείου φύλου, γιαγιά ή θεία συνήθως) τους γονείς του και αν
συμφωνούσαν κι αυτοί, τότε ανέθεταν την υπόθεση σε κάποιον εγνωσμένης αξίας
προξενητή – τιουγιουρτζή, συνήθως βέβαια γυναίκα – τιουγιουρτζήδαινα.
Με αυτόν
τον τρόπο απέφευγαν τους «ανάρμοστους» γάμους, λόγω συγγένειας, λόγω διάστασης
χαρακτήρων κλπ και θεωρούσαν ότι έβαζαν τις σωστές βάσεις για έναν πετυχημένο γάμο.
Βέβαια, αν και ο λόγος των γονέων ήταν κανόνας, υπήρχαν και πολλές περιπτώσεις
απείθαρχων νεαρών. Αυτοί προχωρούσαν σε «κλέψιμο» της μέλλουσας νύφης (κατά
κανόνα με τη συγκατάθεσή της) και συνήθως έφευγαν σε άλλο χωριό ή περιοχή για
να ζήσουν.
Ένα τέτοιο γεγονός όμως δημιουργούσε πολλά προβλήματα και στις οικογένειες
των «απείθαρχων» και στη γενική ισορροπία και εύρυθμη λειτουργία της κοινότητας
και του σεβασμού των παραδόσεων. Έτσι υπάρχει ο όρος στον Κανονισμό, να μην
παντρεύει ο ιερέας ζευγάρι, χωρίς να έχει προηγηθεί προξενειό, δηλαδή αποδοχή
όλων των μερών για το μυστήριο.
Ταυτόχρονα όμως, υπάρχει και ο όρος της επίσημης
δημόσιας δήλωσης του ζευγαριού ότι αγαπιούνται. Έτσι, θέλουν να αποφύγουν
περιπτώσεις υποχρεωτικού γάμου εκ μέρους των γονέων και οπωσδήποτε μελλοντικά
οικογενειακά προβλήματα και διαζύγια.
Τέλος υπάρχει το θέμα της κληρονομιάς. Η πατρική οικία
ανήκει αποκλειστικά στον ή στους άρρενες κληρονόμους του αποθανόντος, όπως και
τυχόν λαχανόκηπος ή χωράφι μπροστά από το σπίτι, μικρότερης έκτασης από δέκα
κοιλά.
Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το «κοιλό» είναι μονάδα χωρητικότητας
κανονικά. Το χρησιμοποιούσαν όμως και ως μονάδα μέτρησης καλλιεργήσιμης
έκτασης, με έναν ιδιάζοντα τρόπο που άλλαζε από περιοχή σε περιοχή.
Κανονικά,
ως μονάδα χωρητικότητας, το ένα κοιλό ισοδυναμούσε με περίπου 22 οκάδες σιτάρι,
δηλαδή περίπου 28 σημερινά κιλά. Αν όμως το προϊόν ήταν κριθάρι, τότε ένα κοιλό
ήταν περίπου 18 οκάδες – 23 κιλά. Αν ήταν ρεβύθια, τότε ένα κοιλό ισοδυναμούσε
με 24 οκάδες - 31 κιλά.
Όσον αφορά τη χρήση του κοιλού ως μονάδα μέτρησης
έκτασης, που μας ενδιαφέρει εδώ, αυτή γινόταν με δύο τρόπους. Ή υπολογίζονταν
πόσος σπόρος χρειαζόταν για τη σπορά μιας συγκεκριμένης έκτασης ή πόση απόδοση
σε καρπό είχε μια συγκεκριμένη έκταση.
Στην περίπτωση του Κανονισμού Κοτυλίων,
όπου γίνεται λόγος για λαχανόκηπο ή για χωράφι μπροστά από οικία, μπορούμε να
υποθέσουμε βάσιμα ότι αναφέρεται σε έκταση περίπου ενός σημερινού στρέμματος.
Η υπόλοιπη περιουσία της κληρονομιάς, μοιράζονταν σύμφωνα
με όσα κατά κανόνα ίσχυαν σε όλη την περιοχή του Πόντου. Οι γιοί έπαιρναν διπλάσιο μερίδιο από τις κόρες
και τις χήρες των αποθανόντων.
Για παράδειγμα, σε μια περιουσία αξίας 1.000
λιρών, αν οι κληρονόμοι ήταν δύο γιοί, θα έπαιρναν από πεντακόσιες λίρες. Αν
ήταν δύο γιοί και η χήρα μάνα τους, θα έπαιρναν από τετρακόσιες οι γιοί και
διακόσιες η μάνα τους. Αν ήταν ένας γιός και δύο κόρες, θα έπαιρνε πεντακόσιες
ο γιός και από διακόσιες πενήντα οι κόρες και ούτω καθεξής.
Κλείνοντας το προλογικό μας σημείωμα, θα πρέπει να
αναφέρουμε ότι τα Κοτύλια είχαν δύο ναούς, δηλαδή δύο ενορίες. Των Αγίων
Θεοδώρων και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ο Κανονισμός που δημοσιεύουμε αφορά τη
δεύτερη, δηλαδή την ενορία «της Παναγίας».
Στο κείμενο διατηρούμε την
ορθογραφία και τη σύνταξη του πρωτοτύπου, αλλά προσθέτουμε κόμμα, τελεία ή άλλο
σημείο στίξης, για να γίνει πιο κατανοητό το περιεχόμενο.
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο του Κανονισμού Κοτυλίων και
εκφράζουμε τις θερμές μας ευχαριστίες στο φίλο συμπατριώτη Δημήτριο Κεχαγιά –
Κοτυλέτα, ο οποίος μας εμπιστεύτηκε και μας έστειλε αυτό το ντοκουμέντο.
Νίκος Πετρίδης
Κανονισμός του χωρίου Κοτυλίων – Ενορία Παναγίας
Κεφάλαιον Α΄
Η διοίκησις των εκκλησιαστικών και σχολεικών πραγμάτων
του χωρίου είνε ανατεθιμένη τη εφοροεπιτροπή.
Πάσαν διαφοράν μεταξύ των χριστιανών διαλύει η
εφοροεπιτροπή, συνεδριάζουσα κατά δεκαπενθημερίαν εν τω σχολείω και οσάκις
εκτάκτως δεήση υπό την προεδρίαν του εξάρχου.
Περί πάσης υποθέσεως εξεταζομένης υπό της εφοροεπιτροπής
συντάσσεται υπό του διδασκάλου (γραμματέως της εφοροεπιτροπής) σύντομον
πρακτικόν υπογραφόμενον υφ’ απάντων των μελών αυτής.
Κεφάλαιον Β΄
Η εφορία απαρτιζομένη εκ δύο προσώπων οφείλει:
α) να συμφωνεί προ της Αης Αυγούστου διδάσκαλον
αναγνωρισμένον υπό της Μητροπόλεως.
β) να προμηθευθή εγκαίρως τα απαιτούμενα βιβλία διά τους μαθητάς
εκ του βιβλιοπωλείου του Ιεροδιδασκαλείου της Επαρχίας Χαλδίας.
γ) ορίζει δικαίως και αμερολήπτως τα εισιτήρια των
μαθητών εξαιρουμένων των εντελώς πτωχών, ορφανών και των κορασίων, τα οποία
γενικώς θα σπουδάζωσι δωρεάν είς το σχολείον.
Η εφορεία κατά τριμηνίας εξελέγχει τους λογαριασμούς της εκκλησίας
μετά του εξάρχου ή του ιερέως, μετά δε την αφαίρεσιν των εξόδων της εκκλησίας, εκ των καθαρών κερδών αυτής δικαιούται να λαμβάνη τα 2/3 επί αποδείξει διά το
σχολείον.
Εν τη εκκλησία γίνεται χρήσις δύο ειδών κηρού, εκ των
οποίων το μεν εν είδος θα πωλείται τα τέσσαρα προς δέκα παράδες, το δε άλλο
είδος τα δύο δέκα παράδες και των μεν πρώτων η βάσις θα είνε βαμμένη εις
κόκκινον βαφήν, το δε άλλο είδος εις κυανήν.
Η εφορεία αγοράζει ακατέργαστον κηρόν και παραδίδει
τούτον κατά μήνα εις τους επιτρόπους, επί αποδείξει, κατηργασμένον κηρόν.
Εκάστου χωρίου η εφοροεπιτροπή έχει σφραγίδα εις τέσσαρα
τεμάχια, ων έκαστον τεμάχιον κατέχει ασφαλώς έκαστος έφορος και επίτροπος. Την
δε κλείδα αυτής ο αντιπρόσωπος ή ο ιερεύς.
Η εν λόγω σφραγίς πέριξ έχει «εφοροεπιτροπή
χωρίου Κοτυλίων ενορία της Παναγίας 1910», εν τω μέσω δε ζυγαριάν εις ένδειξιν της
απονεμητέας δικαιοσύνης. Διά της τοιαύτης σφραγίδος σφραγίζονται πάντα τα
έγγραφα τα φέροντα τας υπογραφάς των εφοροεπιτρόπων.
Πάντα Χριστιανόν μη δεχόμενος συμβιβασμόν, η εφοροεπιτροπή
αναλόγως του εγκλήματος τιμωρεί και πολιτικώς εν ανάγκη, προς σωφρονισμόν των
λοιπών.
Κεφάλαιον Γ΄
Οι επίτροποι της εκκλησίας:
α) επιστατούσιν εν τη εκκλησία, ένθεν και ένθεν του
παγκαρίου ιστάμενοι.
β) φροντίζουσι περί της ευπρεπείας και καθαριότητος του
ιερού ναού.
γ) περιφέρουσι κατά πάσαν Κυριακήν και εορτήν υπέρ της εκκλησίας
δίσκον, ως και οι έφοροι διά το σχολείον.
δ) προ της απολύσεως της εκκλησίας διά του γραμματέως της
εφοροεπιτροπής (του διδασκάλου) καταγράφουσι χωριστά και με την ημερομηνίαν το
εισόδημα του δίσκου και του κηρού, ως και τα τυχηρά της εκκλησίας και του
σχολείου εξ οιασδήποτε ιεροπραξίας, οίον βαπτίσεως, γάμου κ.τ.λ. και παν τυχοί
αφιέρωμα Χριστιανού. Επίσης σημειόνουσιν και το ποσόν του κηρού το οποίον
εκάστοτε λαμβάνουσι παρά της εφορίας.
Όπισθεν του εγγυητικού του ιερέως δέον υπογράφωσιν η
εφορεία και η επιτροπή ως και ο ιερεύς ότι έλαβον τα κανονικά αυτών δικαιώματα,
δεν εκδίδεται το συνοικέσιον υπό του εξάρχου ως και εάν δεν παρουσιασθούν τα
βασιλικά κοτσάνια.
Ουδείς ιερεύς δικαιούται κατά τους κανόνας της εκκλησίας
να τελέση γάμον χωρίς συνοικέσιον, άλλως είναι υπεύθυνος ο ιερεύς και ο γάμος
θεωρείται άκυρος.
Άδεια γάμου εκδίδεται υπό του εξάρχου όταν οι μέλλοντες
να νυμφευθώσιν είναι εκ της εξαρχίας του. Όταν δε ο ανήρ μόνον είναι εκ της εξαρχίας
του, τότε θα εκδίδει το συνοικέσιον εάν ο ιερεύς ο ζητών το συνοικέσιον
παρουσιάσει πιστοποιητικόν υπογεγραμμένον υπό της εφοροεπιτροπής και του
εξάρχου και εφημερίου του χωρίου, βεβαιούν την εξόφλησιν των χρεών του εκ του
οποίου είνε ο νέος ή η νέα, διά του οποίου θα βεβαιωθή ότι δεν υπάρχει κώλυμα προς
στέψιν.
Η στέψις κατά νόμον τελείται πάντοτε εις το χωρίον της νέας.
Μόνον δε εκεί όπου τελείται η στέψις λαμβάνονται τα δικαιώματα του σχολείου και
της εκκλησίας.
Ο Χριστιανός ο παρεκτρεπόμενος και βλασφημών θρησκείαν
και απρεπώς φερόμενος εν γένει, καταγγέλεται υπό της εφοροεπιτροπής εις τον
έξαρχον και αποφασίζεται ο εξωκλησιασμός του.
Εάν νέος ή νέα μέλλουν να τελέσουν αρραβώνα ή στέψιν,
πρώτον να ερωτηθώσιν υπό του ιερέως εάν αγαπώσιν ο ένας τον άλλον και μετά να
τελεσθή ο αρραβών και η στέψις, άλλως είναι υπεύθυνος ο ιερέας εάν κατόπιν
αποδειχθή ότι χωρίς να έχουν αγάπην αναμεταξύ τους εστεφάνωσεν ο ιερεύς.
Εκ του πιστοποιητικού όπερ εκδίδει ο ιερεύς όταν ο νέος μέλλει
να νυμφευθεί εν άλλη εξαρχία λαμβάνει δι’ εαυτόν γρόσια είκοσι αριθμ. 20.
Οι επίτροποι εις ουδένα επιτρέπεται να δώσωσιν επί
πιστώσει (βερεσιέ) κηρία. Αντί τούτου δύνανται να δανείσωσιν εις Χριστιανόν
τινα πέντε γροσίων κηρία επί αποδείξει, τα οποία οφείλει να αποδώση μετά τρεις
μήνας το πολύ. Εάν δε εντός τριών μηνών δεν πληρώση το χρήμα αυτό, τότε αίρεται
η εμπιστοσύνη και δεν δίδουσι πλέον αυτώ.
Όσον αφορά το λεγόμενον μοιράσι των κορασίων, ταύτα
δικαιούνται συμφώνως τω νόμω να ζητήσουν και λάβουν τοιούτον εξ όλης περιουσίας
των γονέων των, πλην της πατρικής οικίας, του έμπροσθεν αυτού είτε κήπον είτε χωράφιον
εκτάσεως δέκα κοιλών εάν υπάρχει άρρεν τέκνον, όπερ εν τοιαύτη περιπτώσει
υποχρεούται να πληρώση από 3-15 λιρών εις το σχολείον του χωρίου και του
ιεροδιδασκαλείου της επαρχίας Χαλδίας εξ ημισείας.
Εάν δε δεν υπάρχει άρρεν,
μοιράζεται και τούτο μεταξύ των κορασίων, υποχρεωμένων και τούτων να πληρώσωσιν
διά την ψυχικήν σωτηρίαν των γονέων των από 3-10 λίρας Οθωμανικάς ως άνω εις το
σχολείον.
Όπου υπάρχουν περισσότεροι από τον ένα ιερέα, πρέπει είς
μόνον να έχη τουρκικήν σφραγίδα εντός του χωρίου, με την οποίαν να σφραγίζη τα
διάφορα έγγραφα και σαατετναμέδες τα οποία ορίζει ο νόμος. Τον τοιούτον δε
ιερέα θα διορίζη η εφοροεπιτροπή του χωρίου. Επίσης ο ιερεύς όστις έχει την
τουρκικήν σφραγίδα δεν δικαιούται εν αγνοία της εφοροεπιτροπής να σφραγίζη παν
έγγραφον ή σαατετναμέν ως και ο μικτάρης. Τους τοιούτους δε θα τιμωρήση η Ιερά
Μητρόπολις, τον μεν Ιερέα επί ποινή βαρυτάτης αργίας, τον δε μικτάρην
εκκλησιαστικώς και πολιτικώς.
Δικαιούνται να λάβωσιν μόνον πέντε γρόσια εις κάθε
σαατετναμέν και τα μοιράζωσιν εξ ίσου με τους άλλους.
Εφ’ όσον υπάρχει εφορία και επιτροπή, ουδείς έχει
δικαίωμα να ανακατωθεί εις τα σχολειακά και εκκλησιαστικά. Μόνον το τέλος του
έτους εξελέγχονται οι λογαριασμοί επί παρουσία των εφόρων και επιτρόπων και
όλων των κατοίκων των εχόντων ηλικίαν άνω των 20 ετών και εάν δεν ευρεθούν
τακτικοί και αποδειχθούν καταχρησταί, καταγγέλεται το πράγμα εις την Μητρόπολιν
ήτις και αποφασίζει το δέον.
Ο έξαρχος ευθύνεται δια την κατά γράμμα εφαρμογήν πάντων
των άρθρων του παρόντος Κανονισμού. Οφείλει δε κατά δεκαπενθημερίαν τουλάχιστον
να εξετάζη εάν οι έφοροι και οι επίτροποι κρατώσι τακτικά βιβλία και καθαρά και
εν γένει συμμορφώνονται προς τας σχετικάς διατάξεις. Εν εναντία δε περιπτώσει, μετά πρώτην και δευτέραν παρατήρησιν, συγκαλεί γενικής συνελεύσεως του λαού και
αντικαθιστά αυτούς.
Η εφορεία κατά την 1ην του μηνός 9/βρίου (ΣΣ: Νοεμβρίου)
κανονίζει τα εισιτήρια των μαθητών ως και τας συνδρομάς και εις τας 15 του
μηνός (του αυτού) εισπράττει επί διπλοτύπω αποδείξει το ήμισυ των εισιτηρίων
και κατά τον Ιανουάριον μήνα το άλλο ήμισυ και εξόφλησιν αυτών.
Οι μη
πληρώνοντες μαθηταί τα εισιτήρια αυτών δικαιούται η εφορεία να τους ευγάλη από
το σχολείον.
Ο έξαρχος και οι εφοροεπίτροποι οπόταν μέλλουν να εξετάσωσιν
υποθέσεις και εάν θα παρουσιασθώσιν μάρτυρες, πρώτον να βάλλη ο ιερεύς επιτραχήλιον
και να ορκισθή ο μάρτυρας και μετά να γείνη δεκτή η μαρτυρία αυτού.
Εις κάθε υπόθεσιν δικαιούνται ο έξαρχος και οι
εφοροεπίτροποι να λαμβάνουν διά το σχολείον έως τα 1.000 γρόσια 3% και άνω των 1.000
γροσίων 1% εκ των υποθέσεων και συμβιβασμών.
Εξελέγησαν έφοροι οι κ. Ιωάννης Χρυσάνθου εφοροταμίας και
Θεόδωρος Γεωρ. Κιοσές επί τυχηρών τε και δίσκων.
Επίτροποι δε οι κ. Ιωάννης Γεωργ. Αδαμίδης ταμίας και
Ελευθέριος Γεωργίου Κεχαγιά γραμματεύς και σκευοφύλαξ.
Εν Κοτύλια (ενορία Παναγίας) τη 19η Ιουλίου 1910
Οι ιερείς Οι
κάτοικοι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου