Αυτή είναι η μόνη κληρονομιά που μου άφησε ο πατέρας μου. Ένας γνήσιος Νικοπολίτης, από μια απλή αγροτική οικογένεια προσφύγων στον Αμυγδαλεώνα Καβάλας. Ένας από τους Έλληνες "ένστολους" που, έχοντας δυό γιούς να μεγαλώσει και να μορφώσει, το μόνο όχημα που απέκτησε σε όλη τη ζωή του ήταν ένα ...ποδήλατο. Η αφιέρωση είναι γραμμένη στο πρώτο εξωσχολικό βιβλίο που αγόρασε για μένα, «Η Ελλάς εις τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913». Ήμουν μόλις 6,5 ετών και πήγαινα στην πρώτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου. Έτσι μου έδειξε το "δρόμο"... Η πορεία είχε ήδη προδιαγραφεί…
(Κλείνουν σήμερα επτά χρόνια από τότε που "έφυγε" ο Γαρασαρώτας...)
Γονάτισε μπροστά στην Παναγία και μίλησε μαζί της για λίγα λεπτά. Σηκώθηκε, πήγε στην κολώνα δίπλα στην πόρτα και έβγαλε το μικρό του μολύβι. Τήρησε κι αυτός τη συνήθεια όλων των χωριανών που φεύγουνε στα ξένα, ν` αφήνουνε το ίχνος τους μέσα στην εκκλησιά, να είναι κι αυτοί παρόντες σε κάθε λειτουργιά, σε κάθε γιορτή, σε κάθε γάμο, βάπτιση και σε κάθε κηδεία. Να το βλέπουν κι οι δικοί τους, για νά`χουν συντροφιά. «Ηρακλής Πετρίδης. Τρίτη 10 Ιουνίου 1914».
Κατηφόρισε στο σπίτι. Ο πατέρας του στην αυλή, τον περιμένει. Η Ευδοκία φέρνει έναν μικρό μπόγο μ` αλλαξιές, πίτες, τσορέκια και νερό για το δρόμο. Ο πάππος του ο Μανουήλ πάλι εκεί, στη σκάλα. Σκύβει, πιάνει το χέρι του, το φιλά και το ακουμπά στο μέτωπό του. Εκείνος με τ` άλλο χέρι, του χαϊδεύει το κεφάλι. «Ο Θεόν εντάμα σ` να έν`, πουλί μ`».
Αγκαλιάζει τη μάνα του. Του φιλάει τα μάτια και τα στήθια της τρέμουν. Ο κύρης του παίρνει την κατηφόρα και του κάνει νόημα να βγούνε στη δημοσιά. Βαριά τα βήματα του Ηρακλή. Γυρνάει μια τελευταία φορά και κοιτάει στο σπίτι. Ο πάππος έφυγε μέσα. Η Ευδοκία με τα χέρια στα πόδια της, κολλημένα στη φοτά της, κοιτάει με βλέμμα κενό, σαν χαμένη. Στρέφει την πλάτη στη μάνα του και κατεβαίνει το σοκάκι. Η φωνή της χαμηλή, αλλά εκεινού του σκίζουν την ψυχή τα σπαραχτικά τραγωδίας: «Οοοοφ! Ανάθεμά τα τα μακρά, που `κί πάει η λαλίαν, σκοτείνεψαν τα μάτοπα μ`, ασήν αρωθυμίαν. Κι αναθεμά σε ξενιτιά κι εσέν και τα παρά`ες, οοοφ, για τ`εσέν χωρίσανε παιδία και μανά`ες».
28η Οκτωβρίου 1940. Τα τελευταία αγόρια που γεννήθηκαν
στον Πόντο πριν τον ξεριζωμό, σπεύδουν τώρα πρώτα να υπερασπίσουν την πατρίδα
στην οποία αντρώθηκαν, μαζί με τους συνομηλίκους τους από ολόκληρη την Ελλάδα.
Τα παιδιά που
μεγάλωσαν με θύμησες και ιστορίες για τους διωγμούς, για τη γη που τους
γέννησε, την προαιώνια πατρίδα των προγόνων τους, είναι τώρα αποφασισμένα να
προασπίσουν τη νέα πατρίδα τους και να συνεχίσουν την ηρωική παράδοση του
Πόντου.
Αλγεινή εντύπωση
και ικανή αγανάκτηση προκαλούν τα νέα «επεισόδια» με πρωταγωνιστή το Μητροπολίτη
Καλαβρύτων. Ο Σεβασμιώτατος κ. Αμβρόσιος, παίρνοντας ως αφορμή τις διαδικασίες
εκλογής τριών νέων Μητροπολιτών, αλλά και την πρόσφατη τοποθέτηση του
νεοεκλεγέντος Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως ως Πατριαρχικού εκπροσώπου στην Αθήνα,
κοινοποίησε ανοικτή επιστολή προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Αρχαιολόγος δεν είμαι. Πάντα όμως με συγκινούσε αυτή η επιστήμη,
η συνήθως μοναχική πορεία των λειτουργών της, ο ακάματος σεβασμός στη
λεπτομέρεια, το «σκουπάκι», οι ερμηνείες, η σύνθετη σκέψη που ακροβατεί μεταξύ
φαντασίας και πηγών.
Τα μαθήματα της
Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο τα γευόμουν με χαρά και ενδιαφέρον. Προϊστορική,
Κλασική, Βυζαντινή, Μεταβυζαντινή. Πάντα κάτι καινούργιο μάθαινα. Ένα νέο
παράθυρο άνοιγε για να πετάξει η φαντασία μου, βασισμένη σε στοιχεία, πηγές και
ευρήματα.
Παρ` όλα αυτά, η
δική μου προδιαγεγραμμένη ρότα ήταν προς την κατεύθυνση της Ιστορίας, το μεγάλο
μου έρωτα και βάσανο.
Αυτή όμως είναι
μια άλλη ιστορία.
Ο Αλέξανδρος
ήτανε πάντα βιδωμένος στο νου μου. Η πορεία του, η ορμή του, η τόλμη και οι
αναζητήσεις του, η κληρονομιά και η καταλυτική προσφορά του σ` αυτό που λέμε
ότι ανήκουμε και είμαστε σήμερα.
Παρακολουθώ
λοιπόν κι εγώ την υπόθεση του λόφου Καστά στην Αμφίπολη εδώ και δύο χρόνια,
όταν πρωτακούστηκαν οι πρώτες εκτιμήσεις από την Κατερίνα Περιστέρη. Ακολούθησε
ο εντοπισμός του περιβόλου, η ανακοίνωση στην ετήσια Αρχαιολογική Συνάντηση της
βόρειας Ελλάδας και φέτος το καλοκαίρι όλα όσα έχουν κινήσει το πανελλήνιο και
το παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Και επειδή από το πρωί διαβάζω διάφορα "κουλά" στο διαδίκτυο, ο Αβράμης Παπαδόπουλος είναι από το Λάκκωμα Χαλκιδικής, όπως και ο Στέφανος (Κλάους) Αθανασιάδης του ΠΑΟΚ. Οι Πόντιοι του Λακκώματος είναι πρόσφυγες από τη Χαψάμανα των Κοτυώρων και συγκεκριμένα από τους οικισμούς Μεσαλάν, Αντούζ, Εγριπέλ και Περνετζούχ. Από την πλευρά της μητέρας του, κατάγεται από τους Βαρυτιμάντες του χωριού Σεμέν (περιοχή Τσάμπασιν, Μητρόπολη Κολωνίας και Νικοπόλεως). Εντάξει, είπαμε στους χορούς και στα τραγούδια γεμίσαμε από Ματσούκα. Μη θέλετε και όλους τους ποδοσφαιριστές δικούς σας :)
Στην Ολυμπιάδα Ελασσώνος είχαμε την ευτυχία να γνωριστούμε από κοντά με ένα ακόμα κλαδί του δέντρου των Τζανών/Πετράντων. Από τη Νικόπολη στο Ματζιγκέρτ του Καρς και μετά στην Ολυμπιάδα πρόσφυγες, είχαν την ευκαιρία να ξαναβρεθούν οι συγγενείς στον Αμυγδαλεώνα Καβάλας πριν από πολλά χρόνια. Τώρα τους γνωρίσαμε κι εμείς και είναι σίγουρο ότι δε θα χάσουμε πιά αυτήν την επαφή. Στη φωτογραφία ο Παύλος Πετρίδης (ο Παύλον τη Πιπέρας) με τη γυναίκα του Παρθένα Παπαδοπούλου (θυγατέρα του παπά-Θεοφάνους) και τα παιδιά τους Ευστάθιο (σήμερα παπά-Στάθης Πετρίδης), Γεώργιο (σύζυγος Παναγιώτας Ασσυχίδου) , Μαρίκα (σύζυγος Στάθη Φυριλλίδη) και Ερμιόνη (σύζυγος Νικολάου Ταμουρίδη). Μαζί τους η σύζυγος του Σάββα Πετρίδη (που σκοτώθηκε στον εμφύλιο), Μαρία Τσαχουρίδου και ο εγγονός του παπά-Θεοφάνους, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος.
Από τη Νικόπολη του Πόντου στο Ματζιγκέρτ του Καρς και από εκεί στην Ελλάδα.
Η πορεία των συμπατριωτών μας της Ολυμπιάδας, με τους οποίους συναντηθήκαμε το προηγούμενο σαββατοκύριακο. Συμμετείχαμε κι εμείς στο ετήσιο αντάμωμά τους, παρουσιάσαμε τον «Ιμπραχίμ, ο γιός του Ηρακλή», γνωρίσαμε νέους φίλους και συγγενείς, πήραμε νέες πληροφορίες για την κοινή μας ιστορική πορεία, δεχθήκαμε την αγάπη των Νικοπολιτών της Ολυμπιάδας και επαληθεύσαμε όσα ξέραμε για ένα ισχυρό κάστρο της Νικοπόλεως επάνω στον Όλυμπο.
Ευχαριστούμε θερμά όλους τους κατοίκους της Ολυμπιάδας, τον Πολιτιστικό Σύλλογο και τον Πρόεδρο Μιχάλη Χατζεϊπίδη, όλους τους φίλους, συμπατριώτες και συγγενείς εκ Νικοπόλεως. Η υποδοχή και η φιλοξενία τους ήταν πραγματικά εκτός πάσης προσδοκίας. Αισθανόμαστε υποχρεωμένοι και επιφυλασσόμαστε για ανταπόδοση. Ο δεσμός μας με τους Νικοπολίτες της Ολυμπιάδας έχει ρίζες αιώνων και θα ενδυναμωθεί περισσότερο στο άμεσο μέλλον.
Πριν από μένα, μόνο μια γενιά Τζανών/Πετράντων γεννήθηκε στη σύγχρονη Ελλάδα. Όλες οι προηγούμενες γενιές των προγόνων μου, γεννήθηκαν στον Πόντο. Στη σύγχρονη Ελλάδα βρίσκονται τα οστά και τα ταφία του πατέρα μου Βασιλείου και του πάππου μου Νικόλα. Τα οστά του λυκοπάππου μου Μανουήλ, του αρκοπάππου μου Γρηγορίου και όλων των υπολοίπων προπατόρων, βρίσκονται στον Πόντο. Εκεί δηλαδή που διάφοροι λαοί, από αρχαιοτάτων χρόνων, αναμίχθηκαν, ζυμώθηκαν, πολέμησαν, παντρεύτηκαν, γέννησαν και πλήθυναν. Από τον αρχαιοελληνικό αποικισμό, την εξάπλωση του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την Ελληνιστική εποχή, τη Ρωμαϊκή επέκταση, τον εκχριστιανισμό και τη μετεξέλιξη σε Ελληνορωμαϊκή Αυτοκρατορία, την ημετέρα Ρωμανία.
Η τρίτη μεγάλη Γενοκτονία των αρχών του 20ου αιώνα, μαζί με αυτές των Ελλήνων και των Αρμενίων. Περισσότεροι από 250.000 χριστιανοί Ασσύριοι δολοφονήθηκαν, στο πλαίσιο της εθνοκάθαρσης που ξεκίνησε με τους Νεότουρκους και συνεχίστηκε στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Από τα προαιώνια εδάφη τους οι περισσότεροι επιζώντες αναγκάστηκαν να φύγουν πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο. Στη Ρωσία, στην Ελλάδα, Ιράκ, Συρία, Σουηδία, Ολλανδία, Γερμανία, ΗΠΑ, Καναδά κλπ. Σήμερα το κίνημα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας τους συνεχίζει να γιγαντώνεται και οι νέες γενιές δεν ξεχνούν την πατρίδα τους και τη θρησκεία τους, όπου κι αν βρίσκονται στον πλανήτη. Πάντα μαζί τους η ιστορική σημαία των χριστιανών Ασσυρίων, με το αστέρι της Βηθλεέμ.
Στο κινηματογραφικό ντοκουμέντο παρουσιάζουμε αρχικά πλάνα από το ναυτικό βομβαρδισμό τουρκικών στρατιωτικών θέσεων στην Τραπεζούντα και στα περίχωρα. Αμέσως μετά βλέπετε την είσοδο του ρωσικού στρατού στην πόλη, στις 15 Απριλίου 1916, την υποδοχή των κατοίκων και σκηνές από δρόμους και πανηγυρισμούς. Στη συνέχεια πλάνα μουσουλμάνων προσφύγων που εγκαταλείπουν την πόλη και στο τέλος η υποδοχή που επιφύλαξαν ο Μητροπολίτης Χρύσανθος, ο Δήμαρχος Ιωάννης Τριφτανίδης και άλλοι πρόκριτοι, στο Μεγάλο Δούκα και Αρχιστράτηγο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας Νικόλαο Νικολάγιεβιτς, τον Ιούλιο του 1916. Ίσως είναι τα μοναδικά σωζόμενα κινηματογραφικά πλάνα που εμφανίζεται ο Μητροπολίτης Χρύσανθος στην Τραπεζούντα, αλλά και πολλοί άλλοι Έλληνες της πόλης, αφού η πλειοψηφία των Αρμενίων είχε εκλείψει από το 1915. Για τον ιστορικό αυτά τα πλάνα είναι πραγματικός θησαυρός. Βλέπουμε δεκάδες πρόσωπα, πολλά εξ αυτών σε κοντινά πλάνα. Βλέπουμε το ντύσιμο των αστών, τα φέσια, βλέπουμε και μερικούς χωρικούς με πασλούκια, βλέπουμε ζίπκες στους μουσουλμάνους πρόσφυγες, αλλά και μέσα στην πόλη. Βλέπουμε τον ιερέα με το σταυρό στο χέρι. Ποιός να είναι άραγε; Επέζησε; Πού κατέληξε; Βλέπουμε τους πιτσιρικάδες να ακολουθούν την πορεία των Ρώσων και ξαναθυμόμαστε τις ανάλογες σκηνές της νιότης του Δημήτρη Ψαθά, όπως τις περιγράφει στη "Γη του Πόντου". Όσοι κατάγονται από την Τραπεζούντα μπορούν να φανταστούν σ` αυτά τα πρόσωπα τους παππούδες και τους προπαππούδες τους. Έκιτι πατρίδα!! Έκιτι Τραπεζούντα, της Ρωμανίας μονάκριβο πετράδι...
Κινηματογράφηση της Τραπεζούντας, μετά την κατάληψή της από τα ρωσικά στρατεύματα, στις 15 Απριλίου 1916. Η ρωσική κατοχή κράτησε σχεδόν δύο χρόνια. Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917, οι Ρώσοι εγκατέλειψαν τα κατεχόμενα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και έτσι στην Τραπεζούντα μπήκε πάλι τουρκικός στρατός το Φεβρουάριο του 1918. Από τότε άρχισε μαζική εγκατάλειψή της από Έλληνες κατοίκους, οι οποίοι κατέφυγαν αρχικά κυρίως στο κοντινό Βατούμ και στη συνέχεια σε άλλες περιοχές της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Το κινηματογραφικό αυτό ντοκουμέντο είναι μοναδικό για την ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού και μας δίνει μια εικόνα για το πώς ήταν η πρωτεύουσα των Κομνηνών στα μέσα του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Δηλαδή την εποχή της ακμής του ελληνισμού στη χιλιοτραγουδισμένη Τραπεζούντα.
Ίσως το παλαιότερο κινηματογραφικό ντοκουμέντο που διαθέτουμε με χορευτικό θέμα. Η λήψη έγινε σε στρατόπεδο Τούρκων αιχμαλώτων, μετά τη ρωσική προέλαση μέχρι το Κελκίτ και τη Χερίανα. Τα ενδυματολογικά στοιχεία που μπορούμε να ξεχωρίσουμε, σε συνδυασμό με τα ιστορικά δεδομένα, μας οδηγούν στο να εντοπίσουμε σ` εκείνη την περιοχή του Πόντου την προέλευση των χορευτών. Φίλοι γνώστες των χορευτικών ζητημάτων, εκτιμούν οτι πρόκειται για τύπο του χορού διπάτ` ή γετίερε, που όντως ήταν διαδεδομένος σ` εκείνο το γεωγραφικό χώρο. Κάθε περαιτέρω πληροφορία και εκτίμηση, είναι ευπρόσδεκτη.
Ευχαριστούμε θερμά όλους τους κατοίκους της Νικόπολης για την υποδοχή που μας επιφύλαξαν την Παρασκευή 18/7/2014 και την τόσο όμορφη ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε μεταξύ συμπατριωτών καταγομένων από τη Νικόπολη του Πόντου. Ιδιαίτερες ευχαριστίες στη διοίκηση του συλλόγου "Προφήτης Ηλίας", σε όλους τους τοπικούς εκπροσώπους των Νικοπολιτών, στον Παύλο Στεφανίδη, στον Παύλο Γαλεγαλίδη, στον Πρόεδρο των απανταχού Ολυμπιαδιτών Μιχάλη Χατζεϊπίδη (που για μια ακόμη φορά έσπευσε για να συναντηθούμε) και όλους ανεξαιρέτως τους συμμετέχοντες στην εκδήλωση.
Το ταξίδι συνεχίζεται... (με πιστούς συνοδοιπόρους το Νίκο Τζανίδη και το Στέλιο Κενανίδη).
Μας άφησε σήμερα το πρωί ο τελευταίος Λιτζασινός πρόσφυγας, γεννημένος στη Νικόπολη. Ο παππούς Σάββας Ταμουρίδης εκπροσωπούσε για όλους εμάς τη ζωντανή "ρίζα" με την πατρίδα. Τώρα πάει να συναντήσει τους κεκοιμημένους Ταμουράντες, Τζανάντες, Σκεντεράντες, Τζαχράντες, Ουρεηλάντες, Ποτουράντες, Βεζυράντες, Κανοτάντες και λοιπούς Λιτζασινούς φίλους και προγόνους του. Καλό ταξίδι παππού Σάββα. Σε ευχαριστούμε για όλα αυτά που μας "έδωσες" από την πατρίδα.
Τα μαύρα χαπάρε έρθανε τη Ρωμαίοις τη Γαρέσαρης. Αούτο εν`
το στερνόν βραδίν σην πατρίδαν. Σφαλίζουνε
οι Ασαρτζουγώτ` τα χαμαιλέτας σο ποτάμιν και τα χάνε σον δρόμον. Κάσες ποιούνε οι
Λιτζασινοί με τα εικόνας τ` Αγιώρ`. Έρημα τα τέσσαρα σαπχανά`ες σο Καταχώρ`,
σην Καϊλούκαν, σο Κοϊνίκι, σην Κόρατζαν. Γιομάτα τα εκκλησίας σον εσπερινόν.
Μερ θα πάγωμεν;
Ντο θα πούγουμεν; Και ποίος θ` απομείν` για τα καντήλας, τα ταφία; Τα χτήνια
επήραν οι Τρούκ`, τ` οσπίτια εμούν χαλάγιν θα ίνουνται, τα κεπία θα
ξεραίνουνται. Ο Θεόν πα μερ είναι; Τ` ομμάτια τ` ας στρέφει τη Ρωμαίοις…
Απόγευμα Τρίτης
24 Ιουνίου 1924. Να το χωνέψουν δε μπορούν, πως τούτη θε νά`ναι η τελευταία τους
νυχτιά στη Νικόπολη. Αυτοί, τα «τέκνα ομολογητών και τέκνα μαρτύρων» του
Μεγάλου Βασιλείου, του Τζανίωνος οι Καστελλιώται αφανιστές των Μανιχαίων, του
Κατακαλώνος Κεκαυμένου το κατάφρακτον αλλάγιν, οι βανδοφόροι του Τάγματος
Κολωνειατών, της Θεοδώρας Κομνηνής οι τελευταίοι αμύντορες.
Θ` αφήσουν πίσω τους
αιώνων ιστορία και ταφία αμέτρητων κεκοιμημένων προγόνων. Αυτοί που στάθηκαν
για δυό χιλιάδες χρόνια ακρίτες και βιγλάτορες της ρωμιοσύνης και της ορθοδοξίας.
Που δεν αφήσανε ποτέ χωρίς ρωμαίικα πατήματα κι ανάσες και μιλήματα τούτα εδώ
τα όρη της Νικόπολης.
Θα ξημερώσει
αύριο και θ` ανεβούν τον Παρυάδρη, στη στράτα για την Κερασούντα. Μ` όσα
μπορούν να πάρουνε μαζί. Αλλά χωρίς την καρδιά τους και το μυαλό τους, που θα μείνουνε
για πάντα στη Νικόπολη.
Κι είναι μακρύ
αυτό το ανθρωπολόγι. Τζανοί-Πετράντες και Μανουηλάντες, Ζααπάντες και
Σιδηράτοι, Ιορδανάντες, Ζεϊτάντες, Δαβιδάντες, Καλτζάντες και Σαμλάντες,
Στεφανάντες, Κοντελάντες, Πιριτσαλάντες και Χαλάντες. Κι έρχονται απ` τη
Λίτζασα οι Ταμουράντες κι οι Τζαχράντες, οι Αλεξανδράντες, οι Αμάραντοι, οι Ευαγγελάντες,
οι Βεζυράντες, οι Γαβριηλάντες, οι Κανωτάντ` και οι Κυλινδηράντ` κι οι
Κοτασάντες, οι Μεϊτάντες, οι Ουρεηλάντες, οι Ποτουράντες κι οι Πουρουτάντες. Κι
οι Καταχωρέτες με τους Ασιχάντες, τους Τσοχανταράντ` και τους Τζαχαλάντες, τους
Πουτζάντ`, τους Καλπάντ` και τους Καλπάχ, τους Ζουμπουλάντες, τους Ζεπιράντες, τους
Κεκράντ`, τους Τζεμιντζάντες, τους Σπαθάντες, τους Γιωσηφάντες. Κατεβαίνουνε κι
απ` τ` άλλα τα ρασία. Καρατζάδες και Τουνουσαίοι, Τζιμενάντ`, Γρηγοράντες,
Καλετζάντες, Μελάντες, Γιοβανάντες, Πακαταράντες, Τζεντεμέδες, Κενάντες,
Μαρουφάντες, Καβαζίτες και Χουπανάντες και… και… και… και…
Κι αυτός ο
δρόμος που έχουνε μπροστά τους είναι χωρίς επιστροφή…
Τη Νικόπολη Θεσσαλονίκης επισκεφθήκαμε μαζί με το φίλο Καταχωρέτα και Πρόεδρο του Πολιτιστικού Συλλόγου Αμυγδαλεώνα Καβάλας, Θεόδουλο Τσοχαταρίδη.
Η υποδοχή και η φιλοξενία του συμπατριώτη μας Εσκιουνέτα, Παύλου Στεφανίδη και των υπολοίπων Νικοπολιτών ήταν πραγματικά μοναδική και τους ευχαριστούμε θερμά. Μιλήσαμε για την προγονική μας πατρίδα, μοιραστήκαμε γνώσεις και πληροφορίες, κάναμε καταγραφή κεκοιμημένων πρώτης γενιάς στο κοιμητήριο και συζητήσαμε για την εκτενή παρουσίαση που θα κάνουμε στις 18 Ιουλίου, με λεπτομερή στοιχεία για όλες τις οικογένειες που εγκαταστάθηκαν στη Νικόπολη και για τους οικισμούς καταγωγής τους, το Έσκιονε, το Χατζήκιοϊ, τη Λάπα, τα Αλούτζια, το Όβατζουχ, το Αλατζά-χαν, το Ουλού-τσουχουρ, το Κατήκιοϊ, το Γούζουλου, το Μοντολάς, το Μέντεμε, το Πισιούρ, τη Ρεφαγιά, το Σογιούτ-πελέν κλπ.
Το πιό σημαντικό και συγκινητικό για εμάς, ήταν οτι οι σημερινοί κάτοικοι αυτού του πανέμορφου και ατόφια Γαρασαρέτικου οικισμού του νομού Θεσσαλονίκης, μιλούσαν συνέχεια τη γλώσσα των προγόνων μας από την πατρίδα. Ένα πραγματικό κάστρο της Νικοπόλεως στην Ελλάδα, που επιμένει να κρατά ψηλά το βάνδον του Τάγματος Νικοπολιτών.
Αδερφέ Παύλε Στεφανίδη, σε ευχαριστούμε για τη φιλοξενία και ετοιμαζόμαστε για τις 18 Ιουλίου.
Μία ευχάριστη έκπληξη μας περίμενε κατά την πρόσφατη
επίσκεψή μας στην Κατερίνη. Ο δραστήριος Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Απανταχού
Ολυμπιαδιτών, Μιχάλης Χατζεϊπίδης, μας προμήθευσε το λεύκωμα που τιτλοφορείται «Ολυμπιάδα
Ελασσόνας – Οι ρίζες μας – Απ` τον Καύκασο στην Ελλάδα». Στην έκδοση αυτή καταγράφονται
819 καταγόμενοι από το Ματζικέρτ (η πλειοψηφία των οποίων ήταν Νικοπολίτες
μετανάστες) με όσα στοιχεία κατάφεραν να συγκεντρώσουν.
Συγχαίρουμε τον Πρόεδρο και όλα τα μέλη του Συλλόγου γι`
αυτήν την προσπάθεια, τους ευχαριστούμε για τη θερμή υποδοχή που μας επιφύλαξαν
και προγραμματίζουμε ήδη να βρεθούμε μαζί τους στην Ολυμπιάδα, κατά τις ετήσιες
εκδηλώσεις τους.
Ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε κι εμείς να συνεισφέρουμε με
δικά μας στοιχεία, ώστε η προσπάθεια αυτή να ολοκληρωθεί.
Στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ Ποντιακού Προσφυγικού Βιβλίου, βρεθήκαμε στην Κατερίνη για την παρουσίαση του "Ιμπραχίμ, ο γιός του Ηρακλή". Η φιλοξενία και η υποδοχή των συμπατριωτών μας ήταν κάτι περισσότερο από θερμή και τους ευχαριστούμε για την τιμητική πρόσκληση που μας απηύθυναν.
Οφείλουμε να αποδώσουμε εύσημα στον Πρόεδρο, το Διοικητικό Συμβούλιο και όλα τα μέλη του Ποντιακού Συλλόγου Κατερίνης "Παναγία Σουμελά", για την άρτια οργάνωση επί σειρά ετών αυτής της έκθεσης βιβλίου. Πραγματικά η εικόνα με τις πολυάριθμες εκδόσεις (πολλές εξ αυτών σπάνιες) από τη βιβλιοθήκη του Συλλόγου, στην κεντρική πλατεία της Κατερίνης και τους επισκέπτες - αναγνώστες, ήταν πολύ ευχάριστη και ενθαρρυντική.
Ευχόμαστε καλή δύναμη και καλή συνέχεια στην "Παναγία Σουμελά" της Κατερίνης, μαζί με τα συγχαρητήριά μας για την πλούσια και πολυεπίπεδη δραστηριότητα και προσφορά του Συλλόγου.
(Το κείμενο περιλαμβάνεται
στον επετειακό τόμο «Πόντος, προαιώνια πατρίδα» των εκδόσεων ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ και
του ΦΑΡΟΥ ΠΟΝΤΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ, που κυκλοφόρησε το Μάιο 2014).
Ο FerudunzadeOsman, γεννήθηκε
στην Κερασούντα το 1883 (ή αρχές του 1884) και η οικογένειά του ήταν από τις
λίγες μουσουλμανικές που δραστηριοποιούνταν στο εμπόριο φουντουκιών, αφού σ`
αυτό κυριαρχούσαν οι Έλληνες της πόλης.
Οι αποθήκες και το σπίτι τους βρισκόταν στην
παραλιακή συνοικία Hacı Hüseyin, στην
ανατολική πλευρά της πόλης, μετά τις ελληνικές συνοικίες Κόκκαρη και Τσιναρλάρ.
Παππούς του ήταν ο İsmailKaptan και γονείς του ο Hacı MehmetEfendiκαι
η ZeynepHanım.
Από μικρός δούλεψε στην οικογενειακή
επιχείρηση και πολλές φορές ταξίδεψε στον Εύξεινο Πόντο, μεταφέροντας τα
προϊόντα τους σε πελάτες τους στο Βατούμ, στην Τραπεζούντα, στα Κοτύωρα, στην
Αμισό και αλλού. Ίσως αυτή η δραστηριότητα και τα ταξίδια, να ήταν η αιτία για
την προτίμησή του να συχνάζει σε μικρομάγαζα της παραλίας και να
συναναστρέφεται με χαμάληδες, βαρκάρηδες, ναυτικούς και λαθρέμπορους της
εποχής.
Αντίθετα με τον αδερφό του, ο Οσμάν έμεινε
αγράμματος και τελικά δεν επελέγη αυτός από τον πατέρα τους για να διευθύνει
την επιχείρηση. Αυτή η απόφαση μάλλον δυσαρέστησε τον Οσμάν, γι` αυτό και
αλλάζει επάγγελμα. Συνεταιρίζεται με δύο Έλληνες, με ένα πριονιστήριο στον
ποταμό Ασκάνιο (Aksuderesi) λίγα χιλιόμετρα ανατολικά της Κερασούντας. Έχει ήδη
παντρευτεί την HatunPanazHanım, κόρη του PanazoğluHacı İsmailAğa και μαζί της θα αποκτήσει δύο αγόρια, τον Ismail και το Mustafa.
Ένα νέο βιβλίο παρουσίασαν οι Εκδόσεις Πελοπόννησος και ο
Φάρος Ποντίων Πατρών, με την ευκαιρία της 19ης Μαΐου, ημέρα μνήμης για την
Ποντιακή Γενοκτονία.
Το εξώφυλλο της έκδοσης κοσμεί το έργο της ζωγράφου-αγιογράφου
Σοφίας Αμπερίδου, «Το κάλεσμα της ποντιακής μούσας» και συνολικά υπάρχουν
έντεκα ενότητες:
Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, η οικογένεια των
Υψηλάντων κατάγεται από το χωριό Υψήλ`, το οποίο βρίσκεται σε υψόμετρο 2.000 μέτρων,
στο νοτιότερο σημείο της περιοχής Τσάϊκαρας Τραπεζούντας.
Κατά την μεσοβυζαντινή και υστεροβυζαντινή περίοδο και
ιδιαίτερα κατά την αυτοκρατορική εποχή των Κομνηνών, η κατάληξη –άντης στα
οικογενειακά ονόματα, έδειχνε τον τόπο καταγωγής.
Έτσι, κατά πως φαίνεται, η οικογένεια αυτή που διαπρέπει
στο κέντρο της αυτοκρατορίας, στην Τραπεζούντα, κατά τον 14ο αιώνα,
πήρε το όνομα Υψηλάντες, λόγω καταγωγής από τον ορεινό οικισμό Υψηλή.
Η κατάληξη αυτή στα οικογενειακά ονόματα συνοδεύει τους Πόντιους
μέχρι σήμερα, μόνο που στους τελευταίους αιώνες δεν περιορίζεται στον
προσδιορισμό του τόπου καταγωγής, αλλά γενικά δείχνει την καταγωγή από συγκεκριμένη
οικογένεια.
Είναι γνωστό ότι η αρχή της επανάστασης του 1821, έγινε
με την είσοδο του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδαβία. Οι άντρες που είχε μαζί του
και οι χιλιάδες άλλοι που συγκεντρώθηκαν για να πολεμήσουν κατά των Οθωμανών,
ήταν κυρίως ελληνικής καταγωγής, αλλά υπήρχαν και πάρα πολλοί από τις υπόλοιπες
εθνότητες των Βαλκανίων (Μολδαβοί, Σέρβοι, Βούλγαροι κλπ).
Η κρίσιμη μάχη δόθηκε στο Δραγατσάνι στις 7 Ιουνίου 1821
και εκεί ο Υψηλάντης, χωρίς να έχει μαζί του το σύνολο των στρατευμάτων του,
ηττήθηκε. Χιλιάδες αγωνιστές σκοτώθηκαν και όσοι σώθηκαν προσπάθησαν να
αντισταθούν σε άλλες περιοχές της Μολδοβλαχίας ή να βρουν σωτηρία στα νότια και
στα βόρεια, στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Περίπου χίλιοι από αυτούς που πέρασαν τον
ποταμό Προύθο, συγκεντρώθηκαν από τους Ρώσους στην κωμόπολη Οργκίεβ και καταγράφηκαν.
Ιμπραχίμ, ο γιός του Ηρακλή Εκδόσεις Ινφογνώμων – ISBN: 978-960-8362-70-3 – σελ. 400 (Απόσπασμα από το 15ο κεφάλαιο):
Ο Σέργιος εψές το βράδυ άνοιξε την καρδιά του και τους μίλησε σαν αδερφός. Δεν είχε αυτός να χωρίσει τίποτα με μουσουλμάνους και χριστιανούς. Πατριώτης του ήτανε κι ο Ηρακλής, πατριώτης του κι ο Ιμπραχίμης. Τι θα γενεί με την πατρίδα τους; Ποιοί θα κάνουνε κουμάντο μετά από ένα χρόνο; Ποιόν θά`χουν στο κεφάλι τους; Τους Γερμανούς, γιά τους Εγγλέζους; Αυτοί είναι της πίστης τους εχθροί. Χριστό έχουν τα κανόνια τους, Θεό τις τράπεζές τους. Ο Τσάρος της Ρουσίας κι αυτός έχει δικά του νιτερέσα. Οι πατεράδες κι οι παππούδες τους πάντα έλεγαν πως είναι ο προστάτης τους, για τους Ρωμιούς πως νοιάζεται, γι` αυτούς θα πολεμήσει. Τι έκανε μέχρι τώρα; Μόνο αν είχε να κερδίσει βαρούσε τα κανόνια του. Και στο μυαλό του μέσα ήτανε, την Πόλη να πατήσει. Τι έχουν να κερδίσουν οι Ρωμιοί απ` όλους αυτούς τους ξένους;
Ιμπραχίμ, ο γιός του Ηρακλή Εκδόσεις Ινφογνώμων – ISBN: 978-960-8362-70-3 – σελ. 400 (Απόσπασμα από το 63ο κεφάλαιο):
Μεσάνυχτα Κυριακής, 28 Ιουνίου 1915. Αύριο ξημερώνει των αγίων Αποστόλων, Πέτρου και Παύλου. Η νύχτα είναι αφέγγαρη. Απόλυτη ησυχία. Έχουνε βαρεθεί οι Τουρκάντ` να τους χτυπάν νυχτιάτικα. Ξέρουν ότι δεν θα αντέξουνε πολύ. Σε λίγες μέρες το κάστρο θα πέσει. Χωρίστηκαν σε οκτώ ομάδες. Κοντά στα εκατό τουφέκια η καθεμιά. Δάκρυα, αγκαλιές και αναφιλητά. Χωρίζουνε μάνες με τ` αγόρια τους, άντρες απ` τις γυναίκες, οι αδερφοί αφήνουνε τις αδερφές και πατεράδες τα παιδιά τους. Πώς το αντέχει ο Θεός όλο αυτό; Τους κλαίνε ήδη ζωντανούς αυτούς που φεύγουνε. Βλέπουν κι αυτοί εικόνες άγριες, με τα θηρία το πρωί να πέφτουν πάνω στις γυναίκες τους και τα παιδιά τους. Δεν το χωράει ο νους αυτό που γίνεται. Κηδεία πριν τον θάνατο.
Ιμπραχίμ, ο γιός του Ηρακλή Εκδόσεις Ινφογνώμων – ISBN: 978-960-8362-70-3 – σελ. 400 (Απόσπασμα από το 11ο κεφάλαιο):
Παίρνουν ένα παϊτόνι και πηγαίνουν στο Λιμένι. Ο Στάθης τους ξέρει όλους και τον ξέρουν όλοι. Κλείνει δύο θέσεις αύριο για το ατμόπλοιο του Ευθυμιάδη. Ρωτάει τον Ηρακλή για λεφτά. Θέλει ν` αλλάξει λίρες; Στην τράπεζα του Δεληγιώργη μπορούν να κάνουνε φράγκα γαλλικά. Στου Πισάνη την τράπεζα μπορούν να κάνουνε λίρες εγγλέζικες. Για τα δολάρια όμως που θέλει ο Ηρακλής, ας τα κάνει καλύτερα στην Πόλη.
Ιμπραχίμ, ο γιός του Ηρακλή Εκδόσεις Ινφογνώμων – ISBN: 978-960-8362-70-3 – σελ. 400 (Απόσπασμα από το 7ο κεφάλαιο):
Πέρασε απ` τα μαγαζία τ` Ασαρτζούγου. Τα νοίκιαζε η κοινότητα σε άλλους, αλλά ήταν τόπος συνάντησης των χωριανών όταν κατέβαιναν στο παζάρι. Ακόμα ήταν νωρίς, το παζάρι βούιζε και έτσι, βρήκε μόνο τον ποπά τον Άνθιμο. Από το σόι των Στεφανάντων ήτανε, ποπάς αυτός, ποπάς ο κύρης του, ποπάς κι ο πάππος του. Για τ` ατό αλλάξαν τ` όνομα και τό`καναν Παπάζογλου, Παπαδόπουλος. Ήταν και δάσκαλος ο ποπ-Άνθιμος στο Ασαρτζούχ και είχε κατεβεί για την πληρωμή του απ` τη Μητρόπολη.
Ιμπραχίμ, ο γιός του Ηρακλή Εκδόσεις Ινφογνώμων – ISBN: 978-960-8362-70-3 – σελ. 400 (Απόσπασμα από το 4ο κεφάλαιο):
Λίγο πολύ όπως τα έλεγε ο δάσκαλος ήταν. Η Ρώμη, από τότε που άρχισε να γίνεται ολόκληρη αυτοκρατορία, πάνω στο ελληνικό πνεύμα και στον ελληνικό πολιτισμό πάτησε για να σταθεί. Ό,τι έκανε ο Μέγας Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του για να απλώσουν τον ελληνικό πολιτισμό χτίζοντας παντού ελληνικές πόλεις, το ίδιο έκαναν και οι Ρωμαίοι. Περισσότερες από τριάντα καινούργιες έχτισε ο Πομπήιος στη Μικρά Ασία. Κι εκεί που έδωσε την πιο σπουδαία μάχη του, έστησε τη Νικόπολη.