Ιμπραχίμ, ο γιός του Ηρακλή
Εκδόσεις Ινφογνώμων – ISBN: 978-960-8362-70-3 – σελ. 400
(Απόσπασμα από το 11ο κεφάλαιο):
Παίρνουν ένα παϊτόνι και πηγαίνουν στο Λιμένι. Ο Στάθης τους ξέρει όλους και τον ξέρουν όλοι. Κλείνει δύο θέσεις αύριο για το ατμόπλοιο του Ευθυμιάδη.
Ρωτάει τον Ηρακλή για λεφτά. Θέλει ν` αλλάξει λίρες; Στην τράπεζα του Δεληγιώργη μπορούν να κάνουνε φράγκα γαλλικά. Στου Πισάνη την τράπεζα μπορούν να κάνουνε λίρες εγγλέζικες. Για τα δολάρια όμως που θέλει ο Ηρακλής, ας τα κάνει καλύτερα στην Πόλη.
Άλλο πράγμα η Κερασούντα. Σάββατο απόγευμα και οι δρόμοι γεμάτοι. Όλοι κάνουν τις τελευταίες τους δουλειές και αύριο Κυριακή θα ξεκουραστούν για όλη τη βδομάδα.
Ένας στους δύο με τα φράγκικα τα ρούχα είναι. Κι οι υπόλοιποι με μπερδεμένα. Ψαθάκια φοράνε στο κεφάλι, φέσια και σκληρά καπέλα. Σαρίκια και σαλβάρια εδώ δε βλέπεις, εξόν απ` τους χαμάληδες.
Ούτε φερετζέδες πολλούς βλέπεις. Οι Τουρκάλες είναι στους μαχαλάδες τους. Μοναχά Ρωμιές κυκλοφορούν κι απ` αυτές οι μισές πάλι με φράγκικα και καπελάκια.
Κι αυτό δεν είναι τίποτα. Αύριο στις εκκλησιές να δεις. Όλοι με τα κοστούμια τους, τις κραβάτες και τους φιόγκους. Και οι κυρίες τους με τα κρινολίνα, τα βέλα και τα ομπρελίνια. Θα πάνε και στο Καλέ-Παΐριν μετά, επάνω στην Ακρόπολη του Κάστρου, για το τσάι και τη λεμονάδα τους.
Άλλη ζωή στις παράλιες πόλεις της μαυροθάλασσας. Κι όσοι κατέβηκαν από τα ορεινά, σιγά-σιγά αλλάξανε κι αυτοί. Άλλη κοψιά, άλλα χούγια, άλλα φερσίματα ο Στάθης ο Μανουηλάντης και άλλα ο γιός του ο Δανιήλης ο λούρατζης, που ζει στο Ασαρτζούχ και δουλεύει την περιουσία της οικογένειας στο χωριό.
Άλλο πράγμα να περπατάς και να βλέπεις σχεδόν μόνο Ρωμιούς, ν` ακούς ρωμαίικα, να διαβάζεις ρωμαίικα στις πινακίδες των γραφείων και των καταστημάτων. Έτσι είναι και στην Αμισό και στην Πάφρα, λιγότερο στην Τραπεζούντα κι ακόμα λιγότερο στη Σινώπη και αλλού.
Ένας διαφορετικός κόσμος, μόλις εκατόν είκοσι χιλιόμετρα από τη Νικόπολη. Κι εκεί στην πόλη έχει Ρωμιούς και Αρμένηδες και μωαμεθανούς με φράγκικα ρούχα και φερσίματα, αλλά όχι όπως εδώ που είναι σχεδόν όλοι έτσι.
Καθίσανε σ` έναν καφενέ να ξαποστάσουνε και να φουμάρουν. Ο Στάθης είχε κι αυτός νέα να του πει. Κατά πώς φαίνεται, έρχονται μεγάλες αλλαγές. Το κομιτάτο δεν πατάει καλά στα πόδια του και θα πέσουνε. Δεν μπορούνε να κρατήσουνε το κράτος ενωμένο. Βάλανε και τον καινούργιο τον Σουλτάνο κλεισμένο στο σαράϊ του και όλα τα μιλέτια τα έχουνε απέναντι.
«Έλεγαν ότι θα γίνουμε όλοι ίσοι. Πού είναι; Ποιος το έκανε; Όταν ρίξανε τον Χαμίτ, βγήκαμε στους δρόμους και γιορτάζαμε. Σημαίες, αγκαλιές, χαρές. Αδέλφια όλοι είμαστε, έτσι λέγαμε. Και τώρα όλο για Τούρκους μιλάνε και για την Τουρκία που είναι μεγάλη. Εμείς Τουρκία δεν ξέρουμε. Εμείς Οθωμανοί είμαστε, όχι Τούρκοι.
Όλα αυτά θα τα βρούνε μπροστά τους γρήγορα. Έκαναν ισότητα, έτσι είπαν. Και έβαλαν όλα τα μιλέτια να πάνε στο στρατό. Και ποίος θα πληρώνει το σήκωμα να βγάλει το δοβλέτι λεφτά; Πιο καλά είναι να σε πάνε εσένα στο ασκέρι ή να πλερώσεις σαράντα λίρες στο κράτος;
Και άμα πάνε στο στρατό Ρωμιοί, Αρμένηδες κι Οβριοί, ποιος θα δουλέψει τα μαγαζιά, τα εργοστάσια, τα καράβια και τις τράπεζες; Οι χαμάληδες;»
Δεν τα ήξεραν αυτά στη Νικόπολη. Τέτοιες σκέψεις δεν κάνανε, ίσως γιατί η ζωή ήτανε διαφορετική. Δουλεύανε, ήσυχα περνούσανε, φασαρίες δεν είχανε.
Πριν από χρόνια έγιναν σφαξίματα με τους Αρμένηδες, ένα χρόνο πριν γεννηθεί ο Ηρακλής, αλλά αυτό λένε οι παλιοί πως γινόταν πάντα. Κάθε τόσο με τους Αρμεναίους, κάτ` είχανε οι μωαμεθανοί.
Το ασκέρι ναι, ήταν βάσανο. Ήταν και πολλοί που πήγανε στον πόλεμο στη Θράκη και πολέμησαν απέναντι σε χριστιανούς, Βουλγάρους και Ρωμιούς. Κι αυτό όμως πάλι δεν προχώρησε πολύ. Όποιος είχε πλέρωνε και δεν τον παίρνανε. Τώρα όμως με το σεφέρ-περλίκ θ` αλλάξουνε τα πράγματα. Με τη γενική επιστράτευση θα τους πάρουν όλους.
Γι` αυτό θέλει να φύγει ο Ηρακλής. Σε ποιό στρατό να πάει και για ποιόν να πολεμήσει; Αυτός πατρίδα άλλη απ` τη Γαράσαρη δεν ξέρει. Να ήταν για το Μιθριδάτη και για τον κυρ-Δαβίδ τον Κομνηνό, μάλιστα. Να πολεμούσε, για τη Ρωμανία. Σουλτάνο-μουλτάνο όμως δεν ξέρει.
Χαμογέλασε ασυναίσθητα και τού`κοψε τις σκέψεις ο Στάθης.
«Ντο; Αέτς `κι έν`;»
«Έτσι είναι θείο».
«Ταμάμ. Τέρεν Ηράκλη. Πόλεμος μεγάλος θα γενεί. Οι Ρουσάντ` θα τη χτυπήσουν πάλι την Τουρκιά. Και όλοι οι δικοί μας θά`ναι μαζί τους.
Ξέρεις πόσοι είναι στη Ρουσία τ`εμετέρ`; Πάνω από πεντακόσια χιλιάδας. Σο Καρς, σο Αρταχάν, σην Τσάλκαν, σο Κουμπάν, Απχαζία, Κρασνοντάρ, Νοβοροσίσκι, Βλαντικαφκάς, Κριμαία. Να λέγω σε κι άλλα μέρια θέλ`ς;»
Και τι θα γίνει που έχει τόσους Ρωμιούς στη Ρουσία; Δεν το καταλαβαίνει αυτό ο Ηρακλής. Τι θα κάνουνε αυτοί; Τι θέλουνε να κάνουνε;
«Θα εφτάμε τη Ρωμανίαν πάλε Ηράκλη. Θα έρθει η Ρουσία και δεν θα σταματήσει αυτή τη φορά στο Ερζερούμ και στην Αργυρούπολη. Θα πάρει όλον τον Πόντο και θα λευτερωθούμε. Όλοι οι Έλληνες θα είμαστε στο δικό μας το κράτος».
Πάλι δεν το καταλαβαίνει ο Ηρακλής. Αφού θα κατεβούν οι Ρουσάντ` να πάρουνε τα μέρη, γιατί μετά να τα δώσουνε στους Ρωμιούς για να κάνουνε δικό τους κράτος; Γιατί να μην τα κρατήσει ο τσάρος για δικά του;
«Γιατί την ίδια πίστην έχωμε με τη Ρουσία. Αδέλφια είμαστε. Ο τσάρος είναι θείος των Ελλήνων και μας αγαπάει. Όλα τα έχουνε μιλημένα. Ο Βενιζέλον σην Ελλάδαν έστειλε μαντάτο στους δικούς μας στο Καρς, ότι θα τους πάρει κάτω και θα τους βάλει σην Μακεδονίαν».
Απορεί πάλι ο Ηρακλής. «Αφού θα γίνει εδώ η Ρωμανία, τότε γιατί να πάνε οι δικοί μας σην Ελλάδαν και να μην έρθουν εδώ, στη δική τους την πατρίδα; Ατός ο Βενιζέλον μήπως δεν ξέρει το σχέδιον;»
«Πως δεν το ξέρει. Αφού αυτός το έφτιαξε. Εμείς όλοι με την Ελλάδαν είμαστε».
Μπερδεμένα του τα λέει ο θείος του.
Εδώ θα γίνει Ρωμανία, αλλά Ρωμιούς θέλει να πάρει από εδώ ο Βενιζέλον και να τους πάει σην Μακεδονίαν.
Ο τσάρος θα λευτερώσει τη Ρωμανία, αλλά μετά θα τη δώσει όλη στους Ρωμιούς να κάνουν κράτος.
Όλοι εμείς οι Έλληνες είμαστε με την Ελλάδα, λέει ο Στάθης, αλλά αυτός ξέρει ότι οι λυκοπάπποι του κι οι αρκοπάπποι του και όλοι του οι πρόγονοι, ήσαντε Ρωμαίοι.
Ρωμιός είναι κι αυτός, γιατί να πάει στην Ελλάδα; Απ` όσα του είπανε και διάβασε κι από μόνος του, ξέρει ότι η Ελλάδα είναι μικρό μέρος.
Που θα χωρέσει όλους τους Ρωμιούς που είναι εκατομμύρια; Ποιοι θα μείνουν απ` έξω επειδή δεν θα χωράνε;
Και ποιοι θα θελήσουν να πάνε εκεί σην Ελλάδαν και ν` αφήσουν τα μέρια των παππούδων τους, τα οστούδε των προγόνων τους, τους τόπους που γεννήθηκαν και πέθαναν βασιλιάδες κι αυτοκράτορες και δόξασαν το Ρωμαίικο το κράτος;
Η Ρωμανία ζει ή απόθανε;
Ο Ηρακλής ξέρει ότι όσο είναι εκεί οι Ρωμιοί, η Ρωμανία ακόμα ζει κι ανθεί και φέρει κι άλλο και μια μέρα πάλι θ` αναστηθεί.
Αν φύγουνε, τότε θ` αποθάνει κι η Ρωμανία.
https://www.facebook.com/Ibrahim.son.of.Hercules
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου